Τι είναι αθηρωματικός δείκτης , πως τον υπολογίζουμε και τι μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τις τιμές αυτού.

Γcholesterolια  πολλά  χρόνια  ο γενικός πληθυσμός ήταν πεπεισμένος πως η  τιμή της ολικής χοληστερόλης (CHOL) ήταν αυτή που ευθυνόταν για τις αυξημένες πιθανότητες αθηροσκλήρωση και κατ’ επέκταση για την εμφάνιση καρδιαγγειακών  νοσημάτων . Όταν δηλαδή κάποιος έβλεπε στις αιματολογικές του εξετάσεις ότι η  χοληστερόλη του ήταν αυξημένη, αυτομάτως  θεωρούσε  ότι οι πιθανότητες να εμφανίσει καρδιαγγειακά προβλήματα ήταν ιδιαίτερα αυξημένες.

     Αυτό βέβαια τα τελευταία χρόνια τείνει να αλλάξει καθώς τόσο οι ιατροί όσο και οι επιστήμονες υγείας επισημαίνουν την ύπαρξη ενός άλλου δείκτη, στον οποίο βασίζονται για την εκτίμηση- αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης κάποιου καρδιαγγειακού νοσήματος . Αυτός ο δείκτης δεν είναι άλλος από τον αθηρωματικό δείκτη.

Τι είναι όμως ο αθηρωματικός δείκτης και ποιες οι φυσιολογικές τιμές του;

    Με πολύ απλά λόγια, αθηρωματικός δείκτης είναι ο αριθμός που προκύπτει από την διαίρεση  της τιμής της ολικής χοληστερόλης ( CHOL)  με αυτή της «καλής» χοληστερόλης  (HDL) ή αλλιώς λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας , δηλαδή  CHOL/HDL . Όσο μικρότερος είναι ο αριθμός που προκύπτει από αυτή την διαίρεση , τόσο μικρότερος είναι και ο κίνδυνος εμφάνισης  κάποιου καρδιαγγειακού προβλήματος. Οι  επιθυμητές τιμές  κυμαίνονται 1 έως 3.5 , οπότε τιμές μεγαλύτερες από το 3.5 αποτελούν σοβαρή ένδειξη για άμεση  ανάγκη αλλαγής  των διατροφικών συνηθειών του ατόμου, αλλά και του τρόπου ζωής του γενικότερα, προκειμένου να αποφευχθεί η  εμφάνιση κάποιου σοβαρού προβλήματος υγείας.

     Για παράδειγμα έστω ότι υπάρχουν δύο άτομα , το 1ο  πρώτο με ολική CHOL  250mg/dL και  HDL 80mg/dL  , ενώ το 2ο  με ολική CHOL 180mg/dL και τιμή HDL 30mg/dL. Εκ πρώτης όψεως θα πίστευε κάποιος ότι ο πρώτος  διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακού προβλήματος  καθώς η τιμή της ολικής CHOL του  είναι  πάνω από τα επιθυμητά όρια , ενώ  ο δεύτερος δεν διατρέχει ιδιαίτερο κίνδυνο καθώς η τιμή της ολικής CHOL είναι μέσα στα φυσιολογικά επίπεδα. Υπολογίζοντας όμως τους αθηρωματικούς τους δείκτες , με τον τρόπο που προαναφέραμε, βλέπουμε ότι ο πρώτος έχει  αθηρωματικό δείκτη 3.125, ενώ ο δεύτερος 6. Συνεπώς αντιλαμβανόμαστε  ότι δεν παίζει ρόλο μόνο η τιμή της ολικής CHOL αλλά και  η τιμή της HDL.

     Σύμφωνα με τις τελευταίες συστάσεις λοιπόν , οι τιμές της  HDL χοληστερόλης- η οποία θεωρείται ότι προστατεύει την καρδιά γιατί βοηθά στην αποβολή της χοληστερόλης από τον οργανισμό μας – θα πρέπει να είναι  >40mg/dL , ενώ αντίστοιχα οι επιθυμητές τιμές της ολικής χοληστερόλης θα πρέπει να είναι <190mg/dL. Στο σημείο αυτό καλό είναι να αναφέρουμε  και την LDL, η αλλιώς «κακή» χοληστερόλη , η οποία θεωρείται ότι αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο  εμφάνισης αθηρωμάτωσης και καρδιαγγειακών επεισοδίων γενικότερα  και η οποία γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει να παραμένει σε όσο το δυνατόν σε πιο  χαμηλά επίπεδα.

Αθηρωματικός δείκτης και διατροφή:

 

   images Έχοντας  υπόψη τα παραπάνω , αντιλαμβανόμαστε ότι η τιμή του αθηρωματικού δείκτη επηρεάζεται άμεσα  τόσο από τις τιμές της ολικής χοληστερόλης  όσο και από τις τιμές της HDL, και μάλιστα όσο πιο χαμηλή είναι η τιμή της πρώτης και πιο αυξημένη είναι η τιμή της δεύτερης ,τόσο πιο χαμηλό αθηρωματικό δείκτη θα έχουμε. Πως μπορούμε όμως να το πετύχουμε αυτό;

    Σύμφωνα  με παγκόσμιες συστάσεις για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο απαιτείται  δραστική αλλαγή στις  διατροφικές μας συνήθειες, υιοθετώντας έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής ,ο οποίος συμπεριλαμβάνει  αυξημένη φυσική δραστηριότητα , διακοπή του καπνίσματος και ελάττωση  της κατανάλωσης αλκοόλ .

     Πιο αναλυτικά όσων αφορά την διατροφή:

  • Θα πρέπει να αποφεύγεται η κατανάλωση τροφίμων πλούσια σε trans λιπαρά, τα οποία ως επί το πλείστον περιέχονται σε επεξεργασμένα τρόφιμα , όπως  fast food,  snacks  ( πατατάκια, γαριδάκια ) κ.α
  • Η κατανάλωση τροφίμων πλούσια σε  κορεσμένα λιπαρά όπως το κόκκινο κρέας, τα αλλαντικά, το ζωικό βούτυρο και τα πλήρη γαλακτοκομικά (πλήρες γάλα, γιαούρτι , τυρί , κρέμα γάλακτος κ.α) θα πρέπει να γίνεται με  μέτρο ,και μόνο υπό την καθοδήγηση των ειδικών.
  • Διεθνείς οργανισμοί όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας καθώς και η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία συστήνουν την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών με μονοακόρεστα και πολυακόρεστα  καθώς έχει αποδειχθεί ότι  τα πρώτα όχι μόνο μειώνουν τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης αλλά αυξάνουν παράλληλα και ελαφρώς τα επίπεδα της HDL, που  είναι και το ζητούμενο στην προκειμένη περίπτωση, ενώ τα δεύτερα βοηθούν στην μείωση της LDL. Τροφές πλούσιες σε μονοακόρεστα είναι το ελαιόλαδο -το οποίο κατέχει πανηγυρικά την πρώτη θέση- το ταχίνι ,το σουσάμι, τα αμύγδαλα, το αβοκαντό κ.α ,ενώ τροφές που περιέχουν ω-3 και ω-6 λιπαρά ( πολυακόρεστα) είναι τα λιπαρά ψάρια ( σολομός , σαρδέλες , σκουμπρί, τόνος κ.α) αλλά και και τα καρύδια , τα αμύγδαλα , τα φυστίκια κ.α
  • Σημαντικό ρόλο στη μείωση της χοληστερόλης φαίνεται ότι παίζουν και οι διαλυτές φυτικές ίνες, οι οποίες προέρχονται από τρόφιμα φυτικής προέλευσης όπως τα φασόλια , τις φακές, τη βρώμη, τα  δημητριακά ολικής άλεσης, το κριθάρι, τα πορτοκάλια, τα μήλα και τα αχλάδια ( με την φλούδα τους ) κ.α. Οι παγκόσμιες συστάσεις για την ημερήσια πρόσληψη φυτικών ινών είναι  30 -35 γραμμάρια , ενώ έχει υπολογιστεί ότι 5- 10 γραμμάρια διαλυτών φυτικών ινών ημερησίως, μειώνουν την κακή χοληστερόλη LDL κατά 5% περίπου.
  • Τα τελευταία χρόνια έχει επίσης αποδειχθεί η σημαντικότητα των φυτικών στερολών στη μείωση της χοληστερόλης. Πλέον στο εμπόριο υπάρχει πλειάδα προϊόντων πλούσια σε φυτικές  στερόλες, όπως προϊόντα επάλειψης, ροφήματα και επιδόρπια γιαουρτιού καθώς και  άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα .

  Κλείνοντας λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι ο αθηρωματικός δείκτης είναι ιδιαίτερα σημαντικός , καθώς μπορεί να μας δώσει σημαντικές πληροφορίες τόσο για τις διατροφικές συνήθειες, όσο και για τον τρόπο ζωής του ατόμου γενικότερα, έτσι ώστε να μπορέσει ο εκάστοτε επαγγελματίας υγείας να  προβεί στις κατάλληλες συστάσεις- καθοδηγήσεις  που θα βοηθήσουν το άτομο να βελτιώσει την κατάσταση της υγεία του και να ξεπεράσει τυχόν κινδύνους.